O 93χρονος σήμερα Τσάρλι Χόπκινς πέρασε τρία χρόνια από τη ζωή του στη διαβόητη φυλακή του Αλκατράζ η οποία ήρθε ξανά στο προσκήνιο ύστερα από τη δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι θέλει να την ανοίξει και να στέλενει εκεί πολύ βίαιους εγκληματίες.
Αυτό που θυμάται περισσότερο είναι η ησυχία την οποία την χαρακτηρίζει «θανατηφόρα».
Ακόμη θυμάται ότι ήταν ένα μέρος καθαρό αλλά άγονο και ότι υπήρχαν λίγοι περισπασμοί. «Δεν υπήρχε τίποτα να κάνεις. Μπορούσες να περπατάς πέρα δώθε στο κελί σου ή να κάνεις κάμψεις», σημείωσε μιλώντας στο BBC.
Ο Χόπκινς,, πιθανότερα ο τελευταίος εν ζωή κρατούμενος, στάλθηκε στο Αλκατράζ το 1955 μια φυλακή σε ένα απομονωμένο νησί στα ανοικτά των ακτών του Σαν Φρανσίσκο αφού προκάλεσε προβλήματα σε άλλες φυλακές για να εκτίσει μια ποινή 17 ετών για απαγωγή και ληστεία.
Θυμάται ότι καθώς όλο και περισσότεροι κρατούμενοι προσπαθούσαν να δραπετεύσουν από το Αλκατράζ με την πάροδο των ετών, οι αξιωματούχοι αύξησαν τα μέτρα ασφαλείας. «Όταν έφυγα από εκεί το 1958, η ασφάλεια ήταν τόσο αυστηρή που δεν μπορούσες να αναπνεύσεις», είπε.
Τι πιστεύει για την πρόταση επαναλειτουργίας από τον Τραμπ
Αν και ένθερμος οπαδός του Ντόναλντ Τραμπ πιστεύει ότι η φυλακή δεν πρέπει να επαναλειτουργήσει, καθώς σύμφωνεί με τους ειδκούς και τους ιστορικούς, καθώς θα κόστιζε δισεκατομμύρια για την επισκευή και τον εκσυγχρονισμό της με άλλες ομοσπονδιακές εγκαταστάσεις. «Θα ήταν τόσο ακριβό», είπε.
«Τότε, το σύστημα αποχέτευσης κατέληγε στον ωκεανό. θα έπρεπε να βρουν έναν άλλο τρόπο να το χειριστούν», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στον Αμερικανό πρόεδρο και τις προθέσεις του τόνισε: «Δεν θέλει πραγματικά να ανοίξει αυτό το μέρος», προσθέτοντας ότι ο Τραμπ προσπαθούσε να «περάσει ένα νόημα στο κοινό» για την τιμωρία των εγκληματιών και όσων εισέρχονται παράνομα στις ΗΠΑ.
Ο Χόπκινς αποφυλακίστηκε το 1963, εργαζόμενος αρχικά σε μια στάση φορτηγών προτού αναλάβει άλλες δουλειές. Επέστρεψε στην πολιτεία καταγωγής του, τη Φλόριντα, όπου τώρα έχει μια κόρη και έναν εγγόνι.
Η ιστορία του Αλκατράζ
Το Αλκατράζ είναι ένα νησί 22 στρεμμάτων, 1,25 μίλια (2 χιλιόμετρα) από το Σαν Φρανσίσκο και περιτριγυρισμένο από παγωμένα νερά με ισχυρά ρεύματα, το Αλκατράζ ήταν αρχικά ένα ναυτικό αμυντικό φρούριο. Ανακατασκευάστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα ως στρατιωτική φυλακή. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης το ανέλαβε τη δεκαετία του 1930, μετατρέποντας την εγκατάσταση σε ομοσπονδιακή φυλακή για να αντιμετωπίσει το αχαλίνωτο οργανωμένο έγκλημα εκείνη την εποχή.
Τώρα είναι ένα δημόσιο μουσείο που επισκέπτονται εκατομμύρια άνθρωποι κάθε χρόνο και αποφέρει περίπου 60 εκατομμύρια δολάρια ετησίως σε έσοδα. Το κτήριο είναι ετοιμόρροπο, με ξεφλουδισμένο χρώμα, σκουριασμένους σωλήνες και ετοιμόρροπες τουαλέτες σε κάθε στενό κελί. Η κατασκευή των κύριων φυλακών ξεκίνησε το 1907 και περισσότερο από ένας αιώνας έκθεσης στα στοιχεία της φύσης έχει καταστήσει το μέρος σχεδόν ακατοίκητο.
Συνολικά, υπήρξαν 14 ξεχωριστές απόπειρες απόδρασης όλα αυτά τα χρόνια που αφορούσαν 36 κρατούμενους, σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Πάρκων. Μία από τις πιο διάσημες αφορούσε τον Φρανκ Μόρις και τους αδελφούς Κλάρενς και Τζον Άνγκλιν, οι οποίοι δραπέτευσαν τον Ιούνιο του 1962 τοποθετώντας κεφάλια από παπιέ μασέ στα κρεβάτια τους και ξεφεύγοντας από τους αγωγούς εξαερισμού. Δεν βρέθηκαν ποτέ, αλλά το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πνίγηκαν στα κρύα νερά που περιβάλλουν το νησί.
Ένα χρόνο αργότερα, η φυλακή έκλεισε αφού η κυβέρνηση αποφάσισε ότι θα ήταν πιο οικονομικά αποδοτικό να κατασκευάσει νέες φυλακές παρά να διατηρήσει σε λειτουργία την απομακρυσμένη εγκατάσταση του νησιού.