Καθοριστική σημασίας για την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία κρίνεται η τηλεφωνική επικοινωνία που θα έχουν το απόγευμα της Δευτέρας (19/5) ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με τον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν καθώς οι δύο ηγέτες θα έχουν την ευκαιρία να παρουσιάσουν τις θέσεις τους για τα βήματα που πρέπει να γίνει για να λήξει ο πόλεμος.
Η Μόσχα και το Κίεβο αγωνίζονται και οι δύο να αποδείξουν ότι ο άλλος είναι το πραγματικό εμπόδιο για την ειρήνη, ελπίζοντας να κερδίσουν τη στήριξη του Τραμπ.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έκαναν αγώνα δρόμου για να προλάβουν να μιλήσουν με τον Τραμπ πριν από τον Πούτιν, εν μέσω ανησυχιών ότι η άποψη του Αμερικανού προέδρου για τη σύγκρουση μπορεί να διαμορφωθεί από το ποιος θα είναι ο τελευταίος που θα του μιλήσει.
Μόλις τον περασμένο μήνα, αφού μίλησε με τον Πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην κηδεία του Πάπα Φραγκίσκου, ο Τραμπ έκανε μερικά από τα πιο επικριτικά του σχόλια προς τον Πούτιν, καταδικάζοντας τον Ρώσο ηγέτη για την εκτόξευση πυραυλικής επίθεσης στο Κίεβο, προσθέτοντας ότι δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα αν ήταν σοβαρός για τον τερματισμό του πολέμου.
Κατά την κλήση της Δευτέρας (19/5), ο Πούτιν – ο οποίος αρνήθηκε να αποδεχτεί μια 30ήμερη εκεχειρία που ζήτησε ο Τραμπ και την οποία αποδέχθηκε η Ουκρανία – θα έχει όλη του την προσοχή με τελικό σκοπό να καταφέρει να τον πάρει με το μέρος του με κάθε μέσο.
Αμφότεροι όπως αναφέρει το CNNi φαίνεται ήδη να μοιράζονται την πεποίθηση ότι μόνο αυτοί έχουν την προσωπική εξουσία και τις δεξιότητες για να διευθετήσουν τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ οι Ευρωπαίοι και οι ίδιοι οι Ουκρανοί θα κάνουν τελικά ό,τι τους λένε.
O ρόλος του φιάσκου της Κωνσταντινούπολης
Το απογοητευτικό αποτέλεσμα των συνομιλιών στην Κωνσταντινούπολη την περασμένη εβδομάδα – οι πρώτες απευθείας μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών διαπραγματευτών εδώ και χρόνια – φαίνεται έχουν ενισχύσει το ρόλο του Τραμπ σε μια συμφωνία. Ήταν το φιάσκο που τον οδήγησε να καλέσει απευθείας τον Πούτιν και να τον εμπλέξει στις ειρηνευτικές προσπάθειες από τις οποίες μόλις πρόσφατα είχε απειλήσει να αποχωρήσει.
Ο μεγάλος φόβος των Ουκρανών και των Ευρωπαίων είναι ότι οι δύο ηγέτες θα καταρτίσουν το δικό τους ειρηνευτικό σχέδιο τηλεφωνικά με τον πρόεδρο Τραμπ – ο οποίος λέει ότι θα τηλεφωνήσει στον Ουκρανό ομόλογό του Ζελένσκι στη συνέχεια – και στη συνέχεια ενδεχομένως θα προσπαθήσουν να επιβάλουν τους όρους του Πούτιν.
Το σίγουρο είναι ότι το τελευταίο που θέλει το Κρεμλίνο είναι ο Τραμπ να πιστέψει ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, καθώς αυτό θα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που προσδοκά και οδηγώντας προς την αποκατάσταση και πιθανώς τον διπλασιασμό της υποστήριξης των ΗΠΑ στην ουκρανική πολεμική προσπάθεια.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία είναι επί του παρόντος πρόθυμες να αποδεχτούν τους όρους η μία της άλλης και να κάνουν αρκετούς συμβιβασμούς για να ικανοποιήσουν την άλλη πλευρά.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι συνομιλίες – είτε άμεσες, είτε πρόσωπο με πρόσωπο, είτε τηλεφωνικά – είναι άσκοπες.
Αν μη τι άλλο, μπορούν να αναδείξουν πόσο απέχουν οι θέσεις των δύο χωρών με ό,τι αυτό σημαίνει για τον πόλεμο.