Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης πέθανε πριν από 2,5 χρόνια και η Δώρα Τσαμπάζη προσπαθεί ακόμα να βάλει σε τάξη τη ζωή της. Ο χρόνος που πέρασε την έκανε να δει τα πράγματα διαφορετικά. Ο πόνος της απώλειας συνεχίζει να «καίει» μέσα της, αλλά η ίδια εμφανίζεται αποφασισμένη να μην αφήσει να την πάρουν από κάτω οι δυσκολίες. Η αναφορά της, στον σύζυγό της που έφυγε τόσο πρόωρα από τη ζωή, ήταν και πάλι συγκινητική.
Η Δώρα Τσαμπάζη ανέφερε: «Δεν είμαι η μοναδική μητέρα που μεγαλώνει μόνη της τα παιδιά της. Είμαστε πολλές. Το λέω πολλές φορές ότι οι μονογονεϊκές οικογένειες είναι μια πραγματικότητα, είναι εδώ, αποτελούν το 50% των οικογενειών στην Ελλάδα. Και όπως κι εγώ, προσπαθούμε και δίνουμε καθημερινά τη μάχη ώστε τα παιδιά μας να κοιμούνται το βράδυ ευτυχισμένα και ήρεμα».
«Αν τα παιδιά δεν έχουν μια δυνατή και ήρεμη μαμά, δε θα είναι και αυτά ήρεμα. Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει ότι το πένθος είναι μια ξεχωριστή διαδικασία, την απώλεια τη βιώνει ο καθένας διαφορετικά, ακόμη και αν οι ίδιοι οι άνθρωποι πενθούν για το ίδιο πρόσωπο. Πρέπει να δείχνουμε ενσυναίσθηση και σεβασμό σε αυτή τη διαδικασία που δε ξέρουμε πόσο θα κρατήσει για τον καθένα».
«Ειδικά σε αυτούς τους ανθρώπους, τους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, που είναι ακόμα σε σοκ και είναι ακόμα σε μηχανισμό επιβίωσης και δεν ξέρουμε αν καταφέρουν να πενθήσουν ουσιαστικά. Σε αυτές τις περιστάσεις εγώ συμβουλεύω απλώς σιωπή…».
«Αυτό που αρχίζει και επουλώνεται μέσα στα χρόνια είναι η πραγματικότητα. Ότι μέρα με τη μέρα καταλαβαίνεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις. Θεωρώ ότι χρωστάω στη ζωή και στον ίδιο τον άνθρωπό μου να χαμογελάσω ξανά, να συνεχίσω γιατί η ζωή είναι ένα πολύτιμο και ανέλπιστο δώρο» είπε στη συνέχεια η Δώρα Τσαμπάζη.
Πριν από λίγους μήνες η Δώρα Τσαμπάζη είχε μιλήσει στην Σταματίνα Τσιμτσιλή για τον θάνατο του Αλέξανδρου Νικολαΐδη και το restart στη ζωή της. «Ήταν δύσκολο από την πρώτη στιγμή, όταν πήραμε την διάγνωση καρκίνου του Αλέξανδρου, θήλαζα τον 6 μηνών γιο μου. Οπότε μπήκα στα δύσκολα. Κατάλαβα ότι το δυνατό μέλος της οικογένειας πλέον γίνομαι εγώ και όλοι θα χρειάζονται εμένα.
Από την αρχή και από τότε που ξεκίνησε η ασθένεια έμαθα να στέκομαι όρθια. Όταν μετά τα πράγματα δεν κύλησαν όπως θέλαμε και μείναμε οι τρεις μας, πήρα μια απόφαση που ήταν πολύ γρήγορη και στιγμιαία. Ότι το σπίτι μας είχε αρκετή δυστυχία για δύο χρόνια, για την οποία όμως δεν έφταιγε κανείς και δεν μπορούσαμε να κάνουμε και κάτι».